Το έκθεμα του μήνα
«Το μαρμάρινο λευκό πρόσωπο των Κυκλάδων»
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Συλλογή Προϊστορικών Αρχαιοτήτων, αρ. ευρ. Π3909
Προέλευση: Αμοργός (αγορά)
Διαστάσεις: Ύψος: 28 εκ.
Χρονολόγηση: 2800-2300 π.Χ. (Πρωτοκυκλαδική ΙΙ περίοδος-ΠΚ ΙΙ)
Χώρος έκθεσης: Έκθεση Κυκλαδικών Αρχαιοτήτων, Αίθουσα 4 (Προθάλαμος, Προθήκη Κ1).
…μακροτέρην καὶ πάσσονα θῆκεν ἰδέσθαι,
λευκοτέρην δ’ ἄρα μιν θῆκε πριστοῦ Ἐλέφαντος
(Όμηρος, Οδύσσεια, ραψωδία σ 195–6).
…κι ακόμα πιο αψηλή την έκανε και πιο μεστή να δείχνει
και πιο χιονάτη κι απ’ το φίλντισι το καλοδουλεμένο.
(Όμηρος, Οδύσσεια, ραψωδία σ 195–6)
Μία κατά πάσα πιθανότητα γυναικεία μορφή, σμιλευμένη σε κατάλευκο κυκλαδίτικο μάρμαρο δεν μας αφήνει να δούμε παρά μόνο το πρόσωπο της, καθώς σώζεται μόνο το κεφάλι, σπασμένο από το σώμα, το οποίο δεν έχει βρεθεί[1]. Κάνοντας ένα άλμα χιλίων πεντακοσίων ετών και πλέον στον χρόνο φθάνουμε στο κείμενο της Οδύσσειας του Ομήρου, όπου περιγράφεται η αναγέννηση της ομορφιάς της Πηνελόπης, την ώρα που κοιμάται, με τη θεϊκή παρέμβαση της Αθηνάς. Η θεά χαρίζει πιο ψηλή κορμοστασιά στη βασίλισσα της Ιθάκης, πιο επιβλητικό παράστημα και πιο λευκό κι από φρεσκοκομμένο ελεφαντόδοντο δέρμα, όπως λένε οι στίχοι στην αρχή του κειμένου.
Το μαρμάρινο πρόσωπο των Κυκλάδων, με βάση τις διαστάσεις του, ανήκει σε ένα άγαλμα φυσικού μεγέθους (περίπου 1,50 μ. ύψος) και κατατάσσεται στον κανονικό τύπο των μαρμάρινων γυναικείων ειδωλίων της Πρωτοκυκλαδικής ΙΙ περιόδου, δηλαδή αγαλμάτια και σπανίως αγάλματα φυσικού μεγέθους [2], ευθυτενή, γυμνά, με τα χέρια σταυρωμένα κάτω από το στήθος. Ο τύπος αυτός είναι πολύ διαδεδομένος στις Κυκλάδες. Αν και παρουσιάζει επιμέρους ιδιαιτερότητες ανά νησιωτική ενότητα το παρόν κεφάλι προσιδιάζει περισσότερο στις ναξιακές δημιουργίες-, διαθέτει στερεοτυπικά στοιχεία, τα οποία το καθιστούν εμβληματικό και πολιτισμικά ενοποιητικό, σε αντίθεση με τους πιο τοπικούς τύπους της Πρωτοκυκλαδικής Ι περιόδου.
Ξεχωριστό μέσα στην εικονογραφία του κανονικού τύπου, είναι το μαρμάρινο λευκό πρόσωπο των Κυκλάδων. Όχι μόνο δεν λείπουν τα ‘δώρα’ της Αθηνάς, υψηλό για την εποχή ανάστημα, επιβλητική στάση και λευκό δέρμα, αλλά ο Κυκλαδίτης γλύπτης έχει αποδώσει ανάγλυφα τα αυτιά, τη μύτη και το στόμα[3], ενώ με μαύρο χρώμα[4] αποδίδονται τα μάτια και κάτω από κάθε μάτι τέσσερις κόκκινες κατακόρυφες γραμμές[5]. Οι τελευταίες έχουν πειστικά ερμηνευθεί ως ‘νυχιές’, από όπου τρέχει αίμα στο πρόσωπο μιας θρηνωδού.[6]
Ίσως, δεν θα χρειάζονταν περισσότερα στοιχεία ‘πορτραίτου’ ή ‘’ψυχογραφίας’, για να καταλάβουμε την αρχέγονη μορφή. Κι όμως παραμένει αινιγματική, χωρίς εξατομικευμένα χαρακτηριστικά. Στην αντίληψη βέβαια της κοινωνίας που τη δημιούργησε είχε συγκεκριμένη σημασία και στοιχεία ταυτότητας, άγνωστα σε μας. Κάνοντας και πάλι το ίδιο άλμα στον χρόνο, βλέπουμε ότι στον Όμηρο η ομορφιά, η γενναιότητα, η γοητεία, η έλξη, ακόμα και ο φόβος δηλώνονται περιφραστικά, συσχετίζονται με μία ευρύτερη του ατομικού ιδέα και έννοια. Μία έννοια που θυμίζει κάποια γνωστή κατάσταση, εικόνα ή γεγονός, ανθρώπινο, φυσικό ή θεϊκό, γνωστό σε όλους και ‘χαρτογραφημένο’ στην ιδεολογία της κοινωνίας όπου ανήκει. Πριν μάθουμε περισσότερα για την Πρωτοκυκλαδική κοινωνία, δεν θα μπορέσουμε να καταλάβουμε το δικό μας μαρμάρινο λευκό πρόσωπο. Θα είναι ένα δημιούργημα της προϊστορικής τέχνης, χωρίς ένα έπος να το ζωντανεύει στα μάτια μας. Μια θρηνωδός, μία θέα, η ψυχή του νεκρού, η θεραπαινίδα της αντίπερα όχθης;
[1] Στο Ευρετήριο Λιθίνων της Αρχαιολογικής Εταιρείας η κεφαλή φέρει τον αριθμό 4270 και αναφέρεται ότι η Εταιρεία το αγόρασε από τον Ιωάννη Παλαιολόγο (αρχαιοπώλη, αρχαιοκάπηλο και λαθρανασκαφέα της εποχής). Ως προέλευση καταχωρείται η Αμοργός. Δεν παρατίθεται η ακριβής χρονολογία της αγοραπωλησίας, αλλά τοποθετείται στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι. (Ντόρα Βασιλικού, 2006, Οι ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας στις Κυκλάδες, Αθήνα: Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, αρ. 242, σελ. 45-46).
[2] Το μνημειακό μαρμάρινο ειδώλιο/άγαλμα με αρ. ευρ. ΕΑΜ Π 3978 στο Ευρετήριο Λιθίνων της Αρχαιολογικής Εταιρείας έχει τον αρ. 4223, όπου αναφέρεται ότι είναι από την Αμοργό, ότι “ηγοράσθη παρ’ Ιω. Παλαιολόγου” και ότι “ευρέθη εν τω τάφωι επίτηδες τεθραυσμένο ως λέγει ο πωλητής [Ιωάννης Παλαιολόγος] όστις και το ανέσκαψεν, ίνα χωρήσηι εν αυτώι έχοντι μήκος και πλάτος μικρότερον του όλου μήκους του αγαλματίου”.
[3] Η ανάγλυφη απόδοση των χαρακτηριστικών του προσώπου, ιδιαιτέρως του στόματος, συναντάται μάλλον σπάνια στα Πρωτοκυκλαδικά ΙΙ ειδώλια.
[4] Στην βιβλιογραφία είναι γνωστή η χρήση χρωμάτων στην κεφαλή των Πρωτοκυκλαδικών ΙΙ ειδωλίων για την απόδοση κυρίως χαρακτηριστικών του προσώπου και της κόμης.
[5] Στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος ‘The Technology of Early Cycladic Marble’ (2016-2019) με χρηματοδότηση του INSTAP, υπό την αιγίδα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, σε συνεργασία με τον ΔΗΜΟΚΡΙΤΟ (Δρ Ανδρέας Καρύδας, Διευθυντής Ερευνών ΙΠΣΦ-ΕΚΕΦΕ), διαπιστώθηκε η παρουσία κόκκινου χρώματος (θειούχος υδράργυρος-κιννάβαρι) στις κατακόρυφες γραμμές. Ο ομότιτλος με το ερευνητικό πρόγραμμα τόμος βρίσκεται στην τελική προετοιμασία δημοσίευσης (Κάτια Μαντέλη και Νίκος Παπαδημητρίου, επιμελητές).
[6] Πολλά από τα μαρμάρινα Πρωτοκυκλαδικά ειδώλια ανθρωπίνων μορφών έχουν βρεθεί σε τάφους, όπως αναφέρεται στην βιβλιογραφία.
Κάτια Μαντέλη
Δρ Αρχαιολόγος
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Hoffman, G.L. 2002. “Painted Ladies: Early Cycladic II Mourning Figures?”, American Journal of Archaeology, τόμ. 106, αρ. 4, σελ. 525-550.
Σταμπολίδης, Ν. Χρ. και Σωτηρακοπούλου, Π., 2007. Αιγαίου Κύματα. Έργα του Πρωτοκυκλαδικού Πολιτισμού στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Αθήνα: Ίδρυμα Νικολάου Π. Γουλανδρή. Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης.
Birtacha, K. 2016, “Examining the paint on Cycladic figurines”, στο M. Marthari, C. Renfrew and M. Boyd (επιμ.) Early Cycladic Sculpture in Context. Oxford: Oxbow Books, σελ. 491-502.
Shakeshaft, H. 2019. “The terminology for Beauty in the Iliad and the Odyssey”, The Classical Quarterly, τόμ. 69, αρ.1, σελ. 1-22.